Στη δεύτερη εντολή Έξοδος 20:4,5 διαβάζουμε στο αρχαίο κείμενο ότι ο Θεός είναι ζηλωτής και τιμωρεί αυτούς που προσκυνάνε ή λατρεύουν οποιονδήποτε άλλο εκτός από Αυτόν. Στο πιο πάνω εδάφιο η λέξη «ζηλωτής» σημαίνει αυτός που εργάζεται με ζήλο, δηλαδή με έντονη προθυμία να εκτελέσει το έργο του. Σε κάποιες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής η λέξη «ζηλωτής», όταν αναφέρεται στο Θεό, μεταφράζεται λανθασμένα σε «ζηλότυπος». Ζηλότυπος σημαίνει ζηλιάρης / αυτός που διακατέχεται από ερωτική ζήλια.

Ζηλωτής

Ο Θεός όμως δεν είναι ζηλιάρης όταν θέλει μόνον Αυτόν να λατρεύουν οι ανθρώποι, διότι η λατρεία ανήκει μόνο σε Αυτόν. Δεν μπορούν οι άνθρωποι να λατρεύουν κάποιον άλλο που δεν είναι Θεός. Ζηλιάρης είναι κάποιος που επιθυμεί πράγματα που δεν ανήκουν σε αυτόν. Π.χ. επιθυμεί τη γυναίκα, το σπίτι ή οτιδήποτε άλλο ανήκει στο γείτονα. (Η 10η εντολή λέει να μην επιθυμούμε κάτι που ανήκει σε άλλον Έξοδος 20:17).

Σε κάποιες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής μεταφράζεται λανθασμένα σε «ζηλότυπος» η λέξη ζήλος / ζηλωτής. Όχι μόνο όταν αναφέρεται για το Θεό Έξοδος 20:4,5, αλλά και όταν αναφέρεται για τους πιστούς που εργάζονται με ζήλο / με έντονη προθυμία για το έργο του Θεού Β’ Κορινθίους 11:2. Στην πραγματικότητα η ζηλοτυπία / η ερωτική ζήλεια αναφέρεται στο εδάφιο Αριθμοί 5:11-31. Εκεί είναι αμάρτημα κάποιος να είναι καχύποπτος και να υποψιάζεται τη γυναίκα του ότι τον απατάει χωρίς να ισχύει αυτό. Γενικά η καχυποψία (οι αβάσιμες υποψίες) όχι μόνο στην ερωτική ζήλια, είναι αμάρτημα Αριθμοί 5:30-31. Και φαίνεται ότι ο διάβολος σπέρνει αυτές τις σκέψεις για να βασανίζει τους ανθρώπους και να προκαλεί έριδες. Καχύποπτοι είναι συνήθως τα άτομα που και οι ίδιοι θέλουν να ξεγελάσουν τον κόσμο και θεωρούν πως και οι υπόλοιποι πράττουν το ίδιο.

Όχι ζηλιάρης

Ένα παράδειγμα για να κατανοήσουμε τη ζήλια είναι το εξής. Ζηλιάρης δεν είναι αυτός που δεν θέλει η δική του γυναίκα του να κοιμάται με το γείτονα. Ζηλιάρης είναι αυτός που θέλει να κοιμάται με τη γυναίκα του γείτονα και όχι αυτή να κοιμάται με τον άνδρα της. Ο ζηλιάρης θεωρεί λανθασμένα ότι του ανήκει αυτό που έχει ο άλλος και το επιθυμεί. Η ζήλια κάποιες φορές συνοδεύεται και από το συναίσθημα της περηφάνιας. Διότι ο ζηλιάρης θεωρεί ότι ως ανώτερος που είναι, ανήκει σε αυτόν κάτι το ανώτερο που διαθέτει κάποιος άλλος.

Στη ζηλοφθονία εκτός από το ότι κάποιος ζηλεύει και επιθυμεί κάτι που ανήκει σε άλλον. Επίσης τον φθονεί / τον μισεί και θέλει να τον τιμωρήσει διότι θεωρεί ότι άδικα κατέχει αυτό για το οποίο τον ζηλέυει.

Ζηλοφθονία δεν είναι να μας αρέσει κάτι που έχει ο γείτονας και να επιθυμούμε να αποκτήσουμε και εμείς παρόμοιο. Ζηλοφθονία είναι να θέλουμε να κλέψουμε αυτό που έχει ο γείτονας και να του το στερήσουμε. Ή να αγοράσουμε παρόμοιο και να θέλουμε να χάσει ο γείτονας το δικό του. Επίσης ζηλοφθονία είναι να θέλουμε να αποκτήσουμε κάτι όχι διότι το χρειαζόμαστε, αλλά απλώς διότι το έχει και ο γείτονας. Η ζηλοφθονία φθάνει στα άκρα, όταν κάποιος ζηλεύει και τους καλύτερους και τους χειρότερους και τα θέλει όλα δικά του.